Του Δημ. Ζαφειρόπουλου

Θέλετε να το πείτε παιδική ασθένεια, θέλετε να το ονομάσετε μαζοχισμό, πείτε το ψυχοπαθολογική κατάσταση, ιδεολογικό κόλλημα, φετίχ με την στολή ή ίσως και υπαλληλική σχέση ενίοτε. Πείτε όπως θέλετε αλλά αυτό που είναι πραγματικότητα είναι οι σχέσεις του «χώρου» μας με τα σώματα ασφαλείας. Σχέσεις κάθε μορφής και τύπου, που μπορούν να ξεκινούν από μία απλή ιδεολογική συμπάθεια και να φτάνουν μέχρι αυτές της εξάρτησης. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Με αφορμή τα επεισόδια της τελευταίας εβδομάδας, η παρουσία στο Σύνταγμα μίας ομάδας πατριωτών συνδικαλιστών της ΕΘΕΛ, έδωσε στην αριστερά και το σύστημα την ευκαιρία να βγάλει από το ντουλάπι τον ακροδεξιό μπαμπούλα. Δεν φταίνε δηλαδή οι αναρχικοί που προβόκαραν τις εκδηλώσεις, δεν φταίει η ηγεσία της αστυνομίας που έπνιξε την Αθήνα στο δηλητήριο αφήνοντας παράλληλα τους προηγούμενους να καίνε ανενόχλητοι, αλλά για όλα και πάλι φταίνε οι ακροδεξιοί. Τις καταγγελίες μάλιστα τις ξεκίνησαν «δεξιά» κανάλια, για να πάρουν το θέμα οι αριστεροί και να το ολοκληρώσουν οι πασόκοι κάνοντας ΕΔΕ και καταγγέλλοντας παρακρατικές σχέσεις αστυνομίας και Χρυσής Αυγής.

Το ζητούμενο αυτή την στιγμή δεν είναι αυτές καθαυτές οι συγκεκριμένες καταγγελίες, η αξιοπιστία των οποίων κρίνεται και από την ιδεολογική ταυτότητα των καταγγελλόντων, αλλά η αντιμετώπιση του όλου θέματος από μερίδα του «χώρου». Για πολλούς λοιπόν η παρουσία των συγκεκριμένων συνδικαλιστών αλλά και γενικότερα πατριωτών στις διαμαρτυρίες κρίθηκε ως εξής: «αν πήγαν όντως να βοηθήσουν την αστυνομία καλώς έπραξαν, αν όχι καλά να πάθουν να τους λυντσάρουν οι άπλυτοι».

Μάλιστα κύριοι! Την ώρα που τα ΜΑΤ σώζουν την δημοκρατία και το σύστημα, την ώρα που η συνεργασία αναρχικών και αστυνομίας είναι πασιφανής, κάποιοι βλέπουν τον εχθρό όχι στους διαδρόμους της εξουσίας αλλά στο κάθε βλαμμένο που πετάει μία πέτρα στο κοινοβούλιο. Οι ίδιοι αυτοί παράλληλα βλέπουν στον αστυνομικό τον σωτήρα της πατρίδος από τον «τρίτο γύρο» που ετοιμάζουν εδώ και δεκαετίες οι συμμορίτες. Για να μην ξεχάσουμε και εκείνους που κάθε εβδομάδα περιμένουν τον λοχία να σώσει την πατρίδα αφού «ο στρατός βράζει», στο ζουμί του προφανώς και μαζί του όλη η ελληνική κοινωνία που βλέπει την ανυπαρξία σοβαρότητας και ειλικρίνειας στο πατριωτικό κίνημα και γιαυτό δεν το φουντώνει.

Δυστυχώς για αρκετούς ο χρόνος φαίνεται να έχει σταματήσει στο 1974 και γιαυτό νομίζουν ακόμα ότι οι ΕΔ και τα σώματα ασφαλείας υπάρχουν για να προστατεύουν την πατρίδα. Τους διεφθαρμένους πολιτικούς προστατεύουν, την ανήθικη οικονομική και πνευματική ελίτ και λίαν προσφάτως και τους ξανθομπούμπουρες τοποτηρητές της τρόικας. Και μάλιστα το κάνουν για ελάχιστα χρήματα. Επιλογή τους όμως είναι αυτό το επάγγελμα, να υπακούουν δηλαδή τις διαταγές της εξουσίας.

Μιας εξουσίας που από την μία τους βάζει να προστατεύουν τούρκους και φιλοσκοπιανούς, gay και λαθρομετανάστες διαδηλωτές και από την άλλη να συλλαμβάνουν πατριώτες, να χτυπάνε συνταξιούχους ή πολίτες που δεν θέλουν σκουπίδια στο σπίτι τους. Παράλληλα τους αφήνει να σκοτώνονται από τα πυρά του πρώτου τυχόντα αλλοδαπού φονιά ή εγχώριου τρομοκράτη, καταστάσεις που η ίδια η εξουσία εκτρέφει. Και αν κάποιος αστυνομικός ξεφύγει, η ίδια η ηγεσία του, τον δίνει και τον πετάει βορά στους αριστερούς δημοσιογράφους.

Το ζητούμενο όμως δεν είναι τι κάνει η αστυνομία και το σύστημα αλλά το τι πράττουμε εμείς που το πολεμάμε γιατί θέλουμε μία πατρίδα που θα είναι περήφανη και ελληνική. Στον αγώνα αυτόν η αστυνομία δεν είναι ούτε ο νο:1 εχθρός αλλά ούτε φίλος. Είναι ένα απλό ενεργούμενο του συστήματος που τη μία στιγμή λέει να είστε ελαστικοί στους «ακροδεξιούς», την άλλη αφήνει τους αναρχικούς να καίνε τα πάντα και την επομένη προωθεί τους μεν και τους δε προαναφερθέντες να σκοτώνονται μεταξύ τους στην λογική της θεωρίας των «αντίπαλων εξτρεμισμών».

Αυτό το πλέγμα εξουσίας είναι ο εχθρός. Αυτό που ξεπουλάει την πατρίδα, φτωχαίνει τον λαό, υποχωρεί εθνικά και φέρνει συνέχεια μετανάστες για να μας τελειώσει ως έθνος. Τα παιγνίδια αυτής της εξουσίας είναι πολλά, πότε γέρνουν αριστερά, πότε ίσως και «ακροδεξιά». Εμείς όμως θα πρέπει να σταματήσουμε να παίζουμε σε αυτά και να χορέψουμε στον δικό μας σκοπό.

Για να γίνει αυτό όμως θα πρέπει να σταματήσουμε να περιμένουμε τον λοχία, θα πρέπει να σταματήσουμε να κάνουμε αυτό που μας λέει ο κάθε «διευθυντής μέτρων», θα πρέπει να σταματήσουμε να κλαιγόμαστε όποτε «συλλαμβάνουν εθνικιστές και αφήνουν τους αριστερούς» και επιτέλους θα πρέπει να ξεκινήσουμε να θεωρούμε την όποια σύλληψη ή καταδίκη παράσημο στον ριζοσπαστισμό μας και όχι όνειδος στην αστική παιδεία μας.

Πηγή: elkosmos.gr