του Δημήτρη Παπαγεωργίου

Η δημοσκόπηση της GPO που είδε το φως της δημοσιότητας την εβδομάδα που πέρασε, ήταν κατατοπιστική για το πώς οι Έλληνες αντιμετωπίζουν την πολιτική και τους πολιτικούς τους τελευταίους μήνες. Ακόμη πιο κατατοπιστικές όμως ήταν για εμένα οι 15 ημέρες των διακοπών, στις οποίες βρέθηκα σε κάποιο νησί του Aνατολικού Αιγαίου. Εκεί είχα την ευκαιρία να συναναστραφώ με έναν ευρύ κύκλο ανθρώπων, εκτός του συνηθισμένου μου κύκλου. Ανθρώπων που είναι πολύ πλησιέστερα στον μέσο όρο και στον τρόπο σκέψης των απλών καθημερινών πολιτών. Τα όσα άκουσα δεν ήταν κάτι πρωτόγνωρο.
Μάλλον επιβεβαίωναν τη σφυγμομέτρηση της συγκεκριμένης εταιρείας. Ο κόσμος δεν θέλει να έχει σχέση με την πολιτική. Ούτε συγγενείς τους, που είναι υποψήφιοι στις δημοτικές εκλογές, δεν είναι διατεθειμένοι να πάνε να ψηφίσουν. Η κατάντια αυτή του πολιτικού συστήματος, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην "μαζοποιίησή" της, τις δεκαετίες μετά το 1950 από τους ινστρούχτορες της Σχολής της Φρανκφούρτης, οι οποίοι μετέτρεψαν την πολιτική σε εκλογομαχία, στερώντας της τα βασικά της νοήματα. Η συμμετοχή στην πολιτική πλέον ομοιάζει περισσότερο με μια σχολή "προπονητών της εξέδρας" όπου οι πάντες ξέρουν τα πάντα και κρίνουν τα πάντα. Και στο τέλος, απογοητευμένοι από την αδυναμία τους να έχουν κάποιο ουσιαστικό ρόλο εγκαταλείπουν το... άθλημα. Το μεταπολιτευτικό σύστημα στην χώρα μας, φαίνεται ότι εξασφαλίζει την επιβίωσή του, μέσω της δυναμικής αυτής. Το σωσίβιό του είναι η απογοήτευση των πολιτών, η οποία μετατρέπεται εν μέσω οικονομικών προβλημάτων σε απάθεια για τα πολιτικά δρώμενα της χώρας. Το κατεστημένο σύστημα, δεν χρειάζεται καθολική αποδοχή για να επιβιώσει. Του αρκεί η αδιαφορία των πολλών. Του αρκεί η ουδέτερη στάση της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών. Αυτό είναι το δεδομένο.

Από εκεί και πέρα όμως, δεν μπορούμε να καταλογίσουμε ευθύνες στην πλειοψηφία των πολιτών, η οποία δεν αντέχει την δυσωδία που αποπνέει η πολιτική στην Ελλάδα. Μια δυσωδία που ακολουθεί το ελληνικό κράτος, από την ίδρυσή του την δεκαετία του 1830. Ενώ όμως στην πολιτική ζωή της χώρας κυριαρχούν ακόμη οι ... κοτζαμπάσηδες, ο ελληνικός λαός έχει ξεπεράσει το στάδιο του δουλοπάροικου. Αυτό φαίνεται δεν το έχει καταλάβει ο πολιτικός κόσμος, ο οποίος σε μεγάλο βαθμό, συνεχίζει να θεωρεί τους Έλληνες πρόβατα. Οι προηγούμενες γενιές των πολιτών που ταυτίστηκαν με κόμματα και κινήματα παρακολουθούν τους σημερινούς πολίτες να αποδοκιμάζουν το σύνολο της πολιτικής ζωής. Το ερώτημα που εγείρεται όμως είναι το εξής: ποιους αφορά τελικά η πολιτική; Αφορά μόνο μια συγκεκριμένη ελίτ, η οποία διαιωνίζεται μέσω των κομματικών σωλήνων και των τοπικών κοινωνιών αλλά και μέσω των σχέσεων εξάρτησης; Κατά την δική μου άποψη, αυτό το παιχνιδάκι που παίζουν οι παραπάνω κατηγορίες, δεν είναι καν πολιτική. Είναι κάτι άλλο, διαφορετικό. Είναι κινήσεις διαχείρισης μιας κατάστασης έτσι ώστε να βεβαιωθεί η επιβίωσή της.

Η αληθινή πολιτική βρίσκεται αλλού. Βρίσκεται στην καθημερινότητα, εκεί που ο λαός μας αντιμετωπίζει σοβαρότατα προβλήματα. Με τον κομματισμό ο Έλληνας δεν θα έχει πιθανότατα στο μέλλον καλές σχέσεις. Θα πρέπει να γίνει όμως μια προσπάθεια από όπου υπάρχουν υγιείς δυνάμεις, ο Έλληνας να αποκτήσει καλές σχέσεις με την πολιτική όπως αυτή εννοείται στα πλαίσια της κοινωνικής δραστηριότητας και του συνασπισμού για την αντιμετώπιση των προβλημάτων. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι το να επαναφέρουμε την πολιτική στο πρωταρχικό της στάδιο. Να την πάρουμε μακριά από "image makers", επικοινωνιολόγους και τακτικούς αναλυτές. Να αφαιρέσουμε από αυτή τον μιντιακό πληθωρισμό και να την δούμε γυμνή, όπως θα έπρεπε να είναι. Να αφήσουμε στην άκρη τους προπονητές της εξέδρας που γνωρίζουν τα πάντα περί παντός επιστητού και να αρθρώσουμε λόγο που αφορά στους πολίτες. Δεν είναι κάτι εύκολο. Είναι όμως το μοναδικό αντίπαλο δέος που μπορεί να αντισταθεί σε μια αδιάφορη, ατομοκεντρική πολιτεία που θα άγεται και θα φέρεται από επαγγελματίες πολιτικούς, οι οποίοι θα κυβερνούν με την συγκατάθεση μιας μικρής μειοψηφίας, σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένων από το υφιστάμενο σύστημα. Αυτό δεν μπορεί παρά να ξεκινήσει μέσω μιας διαδικασίας διανοητικής συγκεκριμενοποίησης της πολιτικής που θέλουμε. Όχι κάτι εύκολο. Αλλά κάτι απαραίτητο.

πηγή:elkosmos.gr