Τα έθνη της Ευρώπης και ο Δυτικός πολιτισμός γενικότερα, βρίσκονται αντιμέτωπα με ένα πολιτικό, οικονομικό και πολιτιστικό σύστημα, το οποίο έχει οδηγήσει τους λευκούς ευρωπαϊκούς πληθυσμούς σε μία πρωτόγνωρη πολιτισμική παρακμή και σε μία εξαιρετικά επικίνδυνη δημογραφική κατάρρευση. Η κατάσταση είναι τόσο κρίσιμη, ώστε, εάν δεν ανατραπεί σύντομα, ο εκφυλισμός θα οδηγήσει στην πλήρη εξαφάνιση της λευκής φυλής και των εθνών που την απαρτίζουν, σε πολιτισμικό αλλά και σε βιολογικό επίπεδο. 

Η ρίζα της παρακμής του σύγχρονου Δυτικού κόσμου δεν βρίσκεται στην οικονομία, όπως ισχυρίζονται αρκετοί, με αφορμή τη χρηματοπιστωτική κρίση που διανύουμε. Πρωτίστως, βρίσκεται στην αποδόμηση της παράδοσης, στην καταστροφή του πολιτισμού, στην αποξένωση του ανθρώπου από τη φύση, στον ατομισμό, ως στάση ζωής, στην ισοπέδωση και αντιστροφή των αξιών και στην ομογενοποίηση της καταναλωτικής ζωής. Άρα, λοιπόν, η σωστή στρατηγική για την αντιμετώπιση της κατάστασης και για την αναγέννηση των λευκών ευρωπαϊκών εθνών οφείλει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα στη ρίζα του, διευκρινίζοντας τις πραγματικές αιτίες του, μελετώντας και αναθεωρώντας, όπου χρειάζεται, βασικές πολιτιστικές έννοιες και ανακαλύπτοντας εναλλακτικούς τρόπους πολιτικής και κοινωνικής δραστηριοποίησης, ώστε ο λευκός Ευρωπαίος και, συγκεκριμένα, ο Έλληνας, στην περίπτωσή μας, να επανακτήσει την επίγνωση της ξεχωριστής του ταυτότητας και του προορισμού του. 

Πώς, όμως, θα διαμορφωθεί η βάση και το πλαίσιο της ανατροπής της υφιστάμενης κατάστασης για την επίτευξη του σκοπού της επιβίωσης και της αναγέννησης των λευκών ευρωπαϊκών εθνών; Όπως αντιλαμβανόμαστε εύκολα, κάτι τέτοιο δεν είναι αποκλειστικά θέμα της λαϊκής κοινότητας ενός και μόνο έθνους, ούτε, φυσικά, θέμα κοινοβουλευτικών ισορροπιών. Αυτό ισχύει διότι η παγκόσμια αγορά έχει αναπτυχθεί και προχωρήσει τόσο, ώστε να μπορεί άνετα να απομονώσει και να στραγγαλίσει οποιαδήποτε μεμονωμένη περίπτωση αντίστασης ξεφύγει από το ασφυκτικό θεσμικό πλαίσιο, που η ίδια έχει ορίσει. Επίσης, από τη στιγμή που αναφερόμαστε στην κρίση σε επίπεδο σκέψης, αξιών και συνειδήσεων, γίνεται κατανοητό ότι για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά πρέπει να καταπολεμηθεί ακριβώς στα ίδια επίπεδα. 

Εάν παρατηρήσουμε προσεκτικά τον τρόπο με τον οποίο οι εθνοδιαλυτικές δυνάμεις, είτε αυτές πρόσκεινται στη νεοφιλελεύθερη συντηρητική δεξιά είτε στη διεθνιστική μαρξιστική αριστερά, έχτισαν τα μεταπολιτικά θεμέλια της ιδεολογικοπολιτικής κυριαρχίας τους, θα διαπιστώσουμε ότι κατάφεραν σταδιακά να ελέγξουν πλήρως το εκπαιδευτικό σύστημα, την ακαδημαϊκή σκέψη, τα ΜΜΕ, τις εκδόσεις, τις τέχνες και τα μέσα ψυχαγωγίας και διασκέδασης. Έχοντας στη διάθεσή τους αυτά τα μέσα, μπόρεσαν να επιβάλουν τη δικτατορία του πολιτικά ορθού και να διαμορφώσουν σταδιακά μία μάζα ανθρώπων με συγκεκριμένο ήθος, τρόπο σκέψης και αξίες. 

Ως αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, ο μέσος Έλληνας πολίτης και γενικότερα ο μέσος λευκός Ευρωπαίος, είτε αδυνατεί να αντιληφθεί τις αιτίες και τις απώτερες συνέπειες της κατάστασης την οποία βιώνει είτε αρνείται να κάνει το βήμα για την ουσιαστική ανατροπή του status quo, από τη στιγμή που τις αντιλαμβάνεται. Ακόμα και μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης, που οδήγησε σε μία γενικότερη κοινωνική αμφισβήτηση, πολλοί είναι εκείνοι οι οποίοι, ενώ συμμερίζονται τις διαπιστώσεις που αναφέρουμε, αρκούνται σε σπασμωδικές κινήσεις στείρας αντίδρασης ή συνεχίζουν να παρακολουθούν άπραγοι την πορεία προς την καταστροφή. 

Ως εκ τούτου, από τη στιγμή που ο εχθρός των εθνών μας δεν είναι τόσο εξωτερικός, όσο εσωτερικός, οφείλουμε να προσαρμοστούμε στη νέα κατάσταση και να διαμορφώσουμε, μέσω της μεταπολιτικής, το σύστημα αξιών και συμπεριφορών το οποίο είναι απαραίτητο για να αντεπεξέλθουμε στον πολιτιστικό πόλεμο που μαίνεται. Οφείλουμε να δημιουργήσουμε τις απαραίτητες δομές και τα εργαστήρια σκέψης, που θα αποτελέσουν τα μέσα αντίστασης στο ήθος της ισοπέδωσης και στην οικονομίστικη σκέψη, προβάλλοντας το δικαίωμα των εθνών μας στη διαφορετικότητα. 

Τι είναι η μεταπολιτική; 

Η χρήση του όρου μεταπολιτική στη σύγχρονη πολιτική σκέψη επιδέχεται πολλές ερμηνείες, αλληλοσυγκρουόμενες ή και αλληλοσυμπληρωματικές. Ως μεταπολιτική αναφέρεται η φιλοσοφική μελέτη της πολιτειακής συνθέσεως των κοινωνιών (1) και γενικότερα η θεωρητική πολιτική μελέτη, ιδωμένη ως μέθοδος που αναλύει τις πολιτικές ιδεολογίες στη δομική τους μορφή (2). Αναλυτικότερα, η μεταπολιτική αναφέρεται σε διάφορες μορφές μη πολιτικών δραστηριοτήτων, οι οποίες λειτουργούν προς την κατεύθυνση της διάδοσης ορισμένων ιδεών και αξιών, που συνθέτουν μία κοσμοθεωρία. Η μεταπολιτική επηρεάζει την πολιτική και τους ανθρώπους ως τελικό αποτέλεσμα, άλλα όχι μέσα από την άμεση πολιτική δραστηριότητα (κόμματα, εκλογές, πολιτικές εκστρατείες). Αντιθέτως, συνδέεται κυρίως με την πνευματική και φιλοσοφική δραστηριότητα που υποστηρίζει μία ιδεολογία ή κοσμοθεωρία, ενώ, επίσης, περιλαμβάνει τη διάδοση ιδεών και αξιών με άλλα μέσα, συμπεριλαμβανομένων των ομιλιών, τηλεοπτικών εκπομπών, δημοσιογραφίας, προγραμμάτων εργασίας, καθώς και διαφόρων μορφών προπαγάνδας (3)

Η μεταπολιτική είναι η πολιτική της πολιτικής ή αλλιώς, όπως το έθεσε ο Αμερικανός συγγραφέας και διανοητής της Νέας Δεξιάς Michael O'Meara: “ Η μεταπολιτική είναι για την πολιτική ό,τι είναι η μεταφυσική για τη φυσική. (...) Όπως η μεταφυσική αφορά αυτό που είναι πέρα από τη φυσική και έχει να κάνει με την απόλυτη πραγματικότητα (εάν υπάρχει τέτοια) στην οποία στηρίζεται ο κόσμος της ενέργειας και της ύλης, (...) η μεταπολιτική είναι αυτή που αντιμετωπίζει όλα αυτά που κάνουν δυνατή την πολιτική. Για παράδειγμα, μπορεί να αναφέρεται στην ιδεολογία, στον πολιτισμό, στα επικρατούντα εννοιολογικά παραδείγματα, στις κοινωνικές ηγεμονίες που διαμορφώνουν το πολιτικό πεδίο και στον τρόπο με τον οποίο το προσεγγίζουμε, ακόμα και στις παράλογες και υποσυνείδητες δυνάμεις που επηρεάζουν τη δημόσια συμπεριφορά (4)”. 

Στην πράξη, ο Ιταλός μαρξιστής Αντόνιο Γκράμσι ήταν ο πρώτος που κατάλαβε, στις αρχές του 20ου αιώνα, ότι κάθε πολιτικός μηχανισμός ενισχύεται από μία αστική συναίνεση, την ψυχολογική υποστήριξη των μαζών. Αυτή η ψυχολογική υποστήριξη εκφράζεται μέσα από τη συναίνεση σχετικά με το επίπεδο του πολιτισμού, την επικρατούσα κοσμοαντίληψη και το ήθος. Έτσι, λοιπόν, η πολιτική εξουσία εξαρτάται από μία πολιτιστική δύναμη που διαχέεται στις μάζες. Βάσει αυτής της ανάλυσης, ο Γκράμσι ισχυρίστηκε ότι αυτός ήταν και ο λόγος που οι μαρξιστές δεν κατάφεραν να καταλάβουν την εξουσία στις αστικές δημοκρατίες: Δεν είχαν την πολιτιστική δύναμη. Για την ακρίβεια, υποστήριξε ότι είναι αδύνατο να ανατραπεί ο πολιτικός μηχανισμός χωρίς προηγουμένως να έχει αλλάξει ο έλεγχος της πολιτιστικής δύναμης, χωρίς να έχει κερδηθεί η συγκατάθεση του λαού ή χωρίς να έχουν αλλάξει οι ιδέες του, το ήθος, ο τρόπος σκέψης, το σύστημα αξιών, η τέχνη και η παιδεία. Μόνο όταν οι άνθρωποι νιώσουν την ανάγκη για αλλαγή ως αυτονόητη, τότε η υφιστάμενη εξουσία θα αρχίσει να καταρρέει και θα ανατραπεί. Σύμφωνα μ' αυτή την οπτική, η μεταπολιτική μπορεί να θεωρηθεί ως ένας επαναστατικός πόλεμος στο επίπεδο των κοσμοθεωριών, των τρόπων σκέψης και του πολιτισμού(5). Η ανάπτυξη της ιδέας της “πολιτιστικής – ιδεολογικής ηγεμονίας”, από τον Γκράμσι, οδήγησε σταδιακά στη διαμόρφωση του πολιτιστικού μαρξισμού και της πολιτικής ορθότητας, μέσω της Σχολής της Φρανκφούρτης και της ανάπτυξης της Κριτικής Θεωρίας. 

Όμως, η ιδέα ότι η μεταπολιτική πολιτιστική μεταμόρφωση αποτελεί βασική προϋπόθεση για τον πολιτικό μετασχηματισμό επηρέασε αποφασιστικά και τους νέους εθνικιστές, οι οποίοι, καταρχάς στη Γαλλία, στα τέλη της δεκαετίας του '60, μέσα σε ένα ταραχώδες κοινωνικό γίγνεσθαι και με την αριστερά να κυριαρχεί πλέον ιδεολογικά, ήρθαν σε ρήξη με την ιδεολογικοπολιτική ακινησία του χώρου της γαλλικής δεξιάς, αμφισβήτησαν, αναθεώρησαν και ανανέωσαν καταστάσεις και ερμηνείες πολιτικών όρων, διαμορφώνοντας το μεταπολιτικό κίνημα της ευρωπαϊκής Νέας Δεξιάς. Μία δραστήρια πνευματική κίνηση, η οποία άνοιξε νέους ορίζοντες για το ευρωπαϊκό εθνικιστικό κίνημα, εξαιτίας αυτής της διαδικασίας αμφισβήτησης, κάνοντας είσοδο σε χώρους όπως ο κινηματογράφος, η ροκ μουσική, τα κόμικς, η φανταστική λογοτεχνία, αλλά και η οικολογία και οι τοπικές παραδόσεις, ως συνιστώσες των εθνικών παραδόσεων (6). Μέσω της έκδοσης βιβλίων και περιοδικών, της διοργάνωσης διαλέξεων, συζητήσεων και συνεδρίων, με συνέπεια και σοβαρότητα, το κίνημα της Νέας Δεξιάς κατόρθωσε να αναδείξει διανοητές – προσωπικότητες με διεθνές κύρος και αναγνώριση, να ξεφύγει από τα σύνορα της Γαλλίας και όχι μόνο να αναγκάζει τα κύρια ΜΜΕ να ασχοληθούν μαζί του, αλλά, πολλές φορές, να θέτει το περιεχόμενο και τους όρους της συζήτησης της επικαιρότητας. Μία τέτοια προσπάθεια, βεβαίως, δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί στα περιοριστικά πλαίσια και στα στεγανά ενός κόμματος, αντιθέτως, το κίνημα της Νέας Δεξιάς ήταν τελικά αυτό που βοήθησε, έμμεσα ή και άμεσα, στην ανάπτυξη των θέσεων, στην εξέλιξη και στην αναβάθμιση του γαλλικού Εθνικού Μετώπου, αλλά και άλλων ευρωπαϊκών πολιτικών σχηματισμών. 

Ταυτότητα, ηθική, πρακτική 

Όπως αναλύθηκε προηγουμένως, η μεταπολιτική αφορά στη θεμελίωση της πολιτικής αλλαγής. Η πνευματική διάσταση της μεταπολιτικής επικεντρώνεται γύρω από τρία βασικά ζητήματα: Την ταυτότητα, δηλαδή το ποιοι είμαστε και ποιοι δεν είμαστε. Την ηθική, δηλαδή το ποιες είναι οι υποχρεώσεις μας απέναντι στον εαυτό μας, στη φυλή μας, στο έθνος μας, στα υπόλοιπα έθνη και στις υπόλοιπες φυλές. Και την πρακτική, δηλαδή το τι είναι αυτό που θέλουμε να δημιουργήσουμε απέναντι στα ερείπια του σύγχρονου κόσμου και πώς θα το υλοποιήσουμε (7)

Το ζήτημα της ταυτότητας αφορά, μεταξύ άλλων, στη διατήρηση και ανάπτυξη των υπαρχουσών εθνικών ευρωπαϊκών ταυτοτήτων, στο πρόβλημα του σωβινισμού, στις βαθιές ρίζες της κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας, συμπεριλαμβανομένης της βιολογικής φυλής, στην ευρωπαϊκή ιστορία και προϊστορία, στην έννοια της συλλογικής μοίρας, στην αυτοκριτική, στην παραδοσιοκρατία, στα προβλήματα του αποικισμού και του ιμπεριαλισμού. 

Στο ζήτημα της ηθικής, το βασικό ερώτημα που μας αφορά είναι το εάν είναι σωστό να προτιμά κάποιος τους δικούς του ανθρώπους από αλλοεθνείς ή αλλόφυλους, ιδιαίτερα από τη στιγμή που η λογική της παγκοσμιοποίησης επιτάσσει διαφορετικά. Προχωρώντας αυτή τη σκέψη ένα βήμα παραπέρα, παρά το ότι η εθνοφυλετική πολυμορφία είναι απόλυτα θεμιτή, οι εθνοφυλετικές συγκρούσεις είναι, ωστόσο, αναπόφευκτες, όταν διαφορετικές ομάδες προσπαθούν να καταλάβουν τους ίδιους χώρους. Καθώς ο Ευρωπαίος μετατρέπεται σταδιακά σε ξενόφιλο εθνομαζοχιστή, πιστεύοντας ότι μ' αυτόν τον τρόπο θα δημιουργήσει μία ουτοπία χωρίς εθνικές εχθρότητες και συγκρούσεις, αυτή του η αυταπάτη επιβάλλεται να διαλυθεί, πριν μας οδηγήσει όλους στην καταστροφή. Έτσι, λοιπόν, πρέπει αφ' ενός να αποδείξουμε ότι η εχθρότητα και η σύγκρουση είναι αναπόφευκτες κατά τη διαδικασία της ομογενοποίησης, μέσω της παγκοσμιοποίησης, και αφ' ετέρου να πείσουμε ότι το ανθεκτικό θεμέλιο για την επιβίωση των εθνικών μας κοινοτήτων είναι η αναγνώριση ότι όλοι οι λαοί έχουν συμφέρον να διατηρηθεί η αρχή της εθνικής αυτοδιάθεσης. 

Σε ό,τι αφορά, τέλος, στο πρακτικό ζήτημα του αγώνα για την πολιτική αλλαγή, υπάρχουν τρία διαφορετικά επίπεδα (8): Καταρχήν, στο πρώτο επίπεδο βρίσκεται η θεμελιώδης διαδικασία της αλλαγής των αξιών, της κουλτούρας και των κοσμοαντιλήψεων, η οποία αποτελεί πνευματική και εξελικτική υπόθεση και μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από την εκπαίδευση. Έπειτα, η υπό διαμόρφωση αντί-κουλτούρα χρειάζεται να ενσωματωθεί σε μία αντί-κοινότητα, η οποία ζει σύμφωνα με τις αρχές της. Όχι σε μία εικονική κοινότητα, ούτε απαραίτητα σε μία κοινότητα αναχωρητών, αλλά σε μία πραγματική, απτή κοινότητα, έστω κι αν αυτή υφίσταται σε παράλληλο επίπεδο μέσα στις υπάρχουσες κοινωνικές δομές. Στο τελευταίο επίπεδο, και μόνο, έρχεται ο αγώνας για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας, διότι η επιβίωση και άνθηση του λαού μας αποτελεί για εμάς θεμελιώδη νόμο. Ας έχουμε στο νου μας, όμως, ότι η ιστορία του κόσμου έχει γραφτεί από δραστήριες οργανωμένες ομάδες, μόνο όταν αυτές ενσωμάτωναν την θέληση και τις προσδοκίες της πλειοψηφίας. 

Επειδή το μέσο της μεταπολιτικής αλλαγής είναι ο πολιτισμός και ο πολιτισμός αποτελεί ένα σύνθετο, μυστήριο και ευμετάβλητο αντικείμενο, η διαδικασία για την πολιτιστική αλλαγή σε κοινωνικό και ιστορικό επίπεδο είναι δύσκολη, αβέβαιη και αργή. Για να παρουσιαστεί η μεταπολιτική ως κάτι το ορατό και το πρακτικό και όχι ως μεγαλόστομη αοριστία ενός ιδεολογικού γκέτο, είναι αναγκαίο να καθοριστεί κατά το δυνατόν ποσοτικά, χρονικά και με βάση το πραγματικό και το δυνητικό. Καθώς η μεταπολιτική αφορά στον αγώνα για την ιδεολογική και πολιτιστική ηγεμονία, διεξάγεται ταυτόχρονα σε πολλούς τομείς και σε πολλά επίπεδα. Η πολιτιστική ηγεμονία δεν μπορεί να επιτευχθεί σε μία νύχτα, αλλά μπορούν να χαραχτούν και να διαμορφωθούν συγκεκριμένες αυτόνομες ζώνες από τις οποίες θα προετοιμαστεί το έδαφος για την πολιτιστική αμφισβήτηση της υπάρχουσας κατάστασης (9)

Είτε το θέλουμε είτε όχι, βρισκόμαστε στην καρδιά ενός ολοκληρωτικού πολέμου. Το μέτωπο είναι παντού. Τα όπλα μας, σ' αυτή τη σύγκρουση των πολιτισμών, είναι η ιδέα και η αισθητική, ενάντια στον καταναλωτισμό και τον ηδονισμό της ιδεολογίας της παγκόσμιας αγοράς. Άμεσος στόχος είναι να διαμορφώσουμε το δικό μας εναλλακτικό μοντέλο της καταναλωτικής κοινωνίας, μέσω του δικού μας συμβολισμού και της δικής μας ρητορικής. Να βάλουμε ένα τέλος στη διανοητική και πολιτιστική απονέκρωση οδηγώντας τον κόσμο προς την αλλαγή. 

Παραπομπές: 
1) Ελληνικό Λεξικό, Τεγόπουλος – Φυτράκης, 1997
2) Μεταπαιδεία, ελληνικό λήμμα
3) Μεταπαιδεία, αγγλικό λήμμα
4) Από το κείμενο της ομιλίας του Michael O'Meara στο δείπνο των συντακτών του περιοδικού The Occidental Quarterly, στο Σαν Φραντσίσκο, στις 19/06/2009
5) Pierre Krebs, Die Europäische Wiedergeburt [The European rebirth], Grabert, Tübingen, 1982
6) Δημήτρης Σαββίδης, Νέα Δεξιά: Ένα κίνημα ιδεών εθνικιστικής ανατροπής, Εκδόσεις Λόγχη, 2011 7) Greg Johnson, Toward a North American New Right, North American New Right, vol. 1, 2012
8) Από τη συνέντευξη του Greg Johnson στον Alex Kurtagic, 24 Νοεμβρίου 2010, στην ιστοσελίδα των εκδόσεων Wermod & Wermod
9) White Republican, On Metapolitics, 16 Νοεμβρίου 2010, από το διαδικτυακό περιοδικό Counter Currents

του Χρήστου Καρανικόπουλου
δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Patria, τεύχος 39