Του Δημήτρη Ζαφειρόπουλου

Παρακολουθώντας την εκλογική συντριβή της Νέας Δημοκρατίας και τους μετεκλογικούς συνεδριακούς τριγμούς της, δεν θα μπορούσε παρά να μας έλθει στο μυαλό, το γνωστό πρωτοσέλιδο του Ριζοσπάστη που αναφέρονταν στην Μικρασιατική Καταστροφή του Ελληνισμού.

Ίσως κάποιοι σκεφτείτε ότι είμαστε χαιρέκακοι. Γιατί όχι άλλωστε; Και πώς θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά, μετά τα πέντε χρόνια κεντροδεξιάς διακυβέρνησης που στα εθνικά θέματα έφερε το βιβλίο της Ρεπούση, τις πρωθυπουργικές καταθέσεις στεφάνων στο Μαυσωλείο του σφαγέα Κεμάλ και πιο πρόσφατα την υποψηφιότητα Zeybek στην Θράκη.

Πώς θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά, μετά τα πέντε χρόνια κεντροδεξιάς διακυβέρνησης στην οικονομία, όπου οι μόνες μεταρρυθμίσεις υπήρξαν το ξεπούλημα των όποιων κερδοφόρων ΔΕΚΟ, η προσπάθεια ιδιωτικοποίησης της Παιδείας και η κατακόρυφη πτώση του εισοδήματος όλων μας. Πώς θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά, μετά από πέντε χρόνια κεντροδεξιάς διακυβέρνησης, με προσφορές στην κοινωνία την «γονιμοποίηση» της από τους μετανάστες, τύπου Παυλόπουλου, το σύμφωνο συμβίωσης και τις καταστροφές του περασμένου «υπέροχου Δεκέμβρη». Και αίφνης, μετά από όλα αυτά, οι Νεοδημοκράτες θυμήθηκαν το έλλειμμα ιδεολογίας στην παράταξη τους, προσβλέποντας στην σιγουριά της εκ του ασφαλούς, αντιπολίτευσης, για να θυμηθούν σίγουρα, τον μεσαίο χώρο, λίγο πριν από τις επόμενες εκλογές.

Κοντά σε αυτούς και βουλευτές του ΛΑΟΣ, που «ανησυχούν» για την πορεία της «ευρύτερης παράταξης». Και οι μεν πρώτοι προσβλέπουν προφανώς στο να μαζέψουν τα ασυμμάζευτα στο εσωτερικό του κόμματός τους και να ξαναφέρουν στο μαντρί τους όποιους αηδιασμένους ψήφισαν ΛΑΟΣ ή κατέφυγαν στην εκλογική αποχή. Οι δε δεύτεροι, ενδεχομένως επιθυμούν, να έχουν μεγαλύτερο ρόλο στις εξελίξεις που θα προκύψουν κατά την διάρκεια και μετά του συνεδρίου της Νέας Δημοκρατίας, εγκλωβισμένοι ίσως και αυτοί στην λογική μιας μελλοντικής συγκυβέρνησης. Από την μεριά μας, είμαστε θεατές στο θέατρο αυτό του παραλόγου, επιμένοντας στην θέση μας, ότι «Δεξιά» και «Κεντροδεξιά» στην Ελλάδα δεν υπάρχει. Και δεν υπάρχει, εξαιτίας της ανυπαρξίας οποιουδήποτε ιδεολογικού και πνευματικού περιεχομένου στον Ελλαδικό ορισμό της πολιτικής έννοιας αυτής, και της ανυπαρξίας μιας παρουσίας στην κοινωνία η οποία να έχει κινηματική λογική και που να μην περιορίζεται στην όποια κομματική σκοπιμότητα.

Για εμάς είναι αδιάφορο, εάν αυτή η παράταξη θα λέγεται δεξιά ή αριστερά, κεντροδεξιά ή άκρα δεξιά. Το ζητούμενο είναι να έχει εθνικό και κοινωνικό περιεχόμενο. Να μην είναι δηλαδή ούτε φιλελεύθερη, ούτε «δικαιωματική», και κυρίως ούτε διεθνιστική.

Η δική μας παράταξη δεν μπορεί να βρίσκεται στην καμαρίλα του όποιου συνεδρίου, αλλά ζωντανή στην κοινωνία και παρούσα εκεί που ο Ελληνισμός την έχει ανάγκη.

πηγή: Ελεύθερος Κόσμος