Ο καπιταλισμός, ακριβώς όπως τα συστήματα φυσικών αριθμών των περίφημων θεωρημάτων του Κουρτ Γκέντελ, δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα και συνεπής και πλήρης. Αν είναι συνεπής με τις αρχές του εμφανίζονται προβλήματα που αυτός δεν είναι σε θέση να επιλύσει και αν προσπαθήσει να τα επιλύσει δεν μπορεί παρά να πάψει να είναι συνεπής προς τις δικές του βασικές θέσεις. Πολύ πριν ο Γκέντελ διατυπώσει το θεώρημά του, η Ρόζα Λούξεμπουργκ, μελετώντας τη «συσσώρευση του κεφαλαίου», είχε υποστηρίξει ότι ο καπιταλισμός δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς «μη καπιταλιστικές» ή «προκαπιταλιστικές» οικονομίες. Ο καπιταλισμός είναι σε θέση να προοδεύει με βάση τις αρχές του όσο υπάρχουν «παρθένα εδάφη» ανοιχτά στην επέκταση και την εκμετάλλευση. Για να το πούμε καθαρά, ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα ουσιαστικά παρασιτικό και, όπως όλα τα παράσιτα, όταν βρίσκει έναν ακόμη ανεκμετάλλευτο οργανισμό από τον οποίο τρέφεται, μπορεί να ευημερεί για μιαν ορισμένη περίοδο, αλλά δεν μπορεί να μη βλάψει τον ξενιστή, καταστρέφοντας έτσι αργά ή γρήγορα τις προϋποθέσεις της ευημερίας του ή ακόμη και της επιβίωσής του. Ωστόσο, γράφοντας σε μιαν εποχή ιμπεριαλισμού και αχαλίνωτων εδαφικών κατακτήσεων, η Ρόζα Λούξεμπουργκ δεν φανταζόταν, και δεν μπορούσε να φανταστεί, ότι τα προμοντέρνα εδάφη που βρίσκονταν σε εξωτικές ηπείρους δεν ήταν οι μοναδικοί δυνητικοί «ξενιστές», από τους οποίους θα μπορούσε να τραφεί ο καπιταλισμός για να παρατείνει την ύπαρξή του και να εγκαινιάσει μια σειρά περιόδων ευημερίας. Σήμερα, από την απόσταση ενός περίπου αιώνα, γνωρίζουμε ότι η δύναμη του καπιταλισμού βρίσκεται στην εξαιρετική επινοητικότητα με την οποία, κάθε φορά που τα είδη τα οποία εκμεταλλευόταν προηγούμενα μειώνονται ή χάνονται, κατορθώνει να αναζητήσει και να βρει (ή καλύτερα να παράγει) νέα είδη ικανά να τον φιλοξενήσουν. Βρίσκεται επίσης στον καιροσκοπισμό και την ταχύτητα με την οποία κατορθώνει να προσαρμοστεί ξανά σαν ιός στις ιδιοσυγκρασίες των νέων βοσκοτόπων του.
Οι τωρινοί πιστωτικοί περιορισμοί δεν είναι η ένδειξη του τέλους του καπιταλισμού, αλλά μόνον της εξάντλησης του πιο πρόσφατου βοσκότοπου. Υπάρχει ένα ανέκδοτο για δύο πωλητές που ταξίδευαν στην Αφρική για λογαριασμό των αντίστοιχων επιχειρήσεων, οι οποίες έφτιαχναν παπούτσια. Ο πρώτος πωλητής έστειλε στα κεντρικά γραφεία της εταιρείας του το ακόλουθο μήνυμα: εδώ όλοι περπατούν ξυπόλητοι, γι’ αυτό μη στέλνετε παπούτσια. Ο δεύτερος αντίθετα έγραψε στην εταιρεία του: εδώ όλοι περπατούν ξυπόλητοι, γι’ αυτό στείλτε αμέσως δέκα εκατομμύρια ζευγάρια παπούτσια. Το νόημα του ανεκδότου είναι το εγκώμιο ενός ευρηματικού και επιθετικού επιχειρηματικού πνεύματος και η καταδίκη των ορίων μιας επιχειρηματικής φιλοσοφίας, η οποία αποσκοπεί στο να ικανοποιεί τις υπάρχουσες ανάγκες, μέσω προσφορών που διαμορφώνονται ως απλή ανταπόκριση στην υπάρχουσα ζήτηση.
Η επιχειρηματική φιλοσοφία που θεωρείται σήμερα επιτυχημένη, σε μια κοινωνία που από κοινωνία παραγωγών (στην οποία τα κέρδη προέρχονταν πρωτίστως από την εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας) μετασχηματίστηκε με επιτυχία σε κοινωνία καταναλωτών (στην οποία τα κέρδη προέρχονται πρωτίστως από την εκμετάλλευση των επιθυμιών των καταναλωτών), βασίζεται στην ιδέα ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να αποφεύγουν να ικανοποιούν τις ανάγκες και πρέπει να υποκινούν, να προκαλούν, να επικαλούνται και να διογκώνουν άλλες ανάγκες που θα ζητούν την ικανοποίησή τους και άλλους δυνητικούς καταναλωτές, που θα δρουν ωθούμενοι από αυτές τις ανάγκες· με μια λέξη, ότι είναι καθήκον της προσφοράς να δημιουργεί τη δική της ζήτηση. Τα δάνεια δεν αποτελούν εξαίρεση: η προσφορά πίστωσης πρέπει να δημιουργεί και να επεκτείνει την ανάγκη για δανεισμό. […]

Ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν γεννήθηκε στο Πόζναν της Πολωνίας το 1925. Σε ηλικία 18 ετών κατετάγη στον Ελεύθερο Πολωνικό Στρατό και πολέμησε ενάντια στη ναζιστική κατοχή. Παρέμεινε στο στρατό και μετά τη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου αλλά τελικά αποστρατεύτηκε εξαιτίας της αντισημιτικής εκκαθάρισης. Ο Μπάουμαν ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό κύκλο σπουδών στις κοινωνικές επιστήμες και το 1954 έγινε λέκτορας στη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Βαρσοβίας. Ζει από το 1968 στην Αγγλία. Από το 1972 μέχρι το 1990 διετέλεσε καθηγητής και πρόεδρος του τμήματος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου του Λιντς. Σήμερα είναι ομότιμος καθηγητής κοινωνιολογίας στα Πανεπιστήμια του Λιντς και της Βαρσοβίας. Ο Μπάουμαν πιστεύει ότι η κοινωνιολογία είναι υπόθεση ηθική: "Το να σκεφτόμαστε κοινωνιολογικά σημαίνει ότι καταλαβαίνουμε περισσότερο τους ανθρώπους γύρω μας, κατανοούμε τις ελπίδες τους και τις επιθυμίες τους, τις ανησυχίες και τα προβλήματά τους"
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών