Παρόλο που η μαζική εισροή μεταναστών στη χώρα μας χρονολογείται από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, ωστόσο μέχρι σήμερα, εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες, σπάνια είδαμε το φαινόμενο της μετανάστευσης να απασχολεί τη δημόσια συζήτηση σοβαρά και με ολοκληρωμένες προτάσεις. Μάλλον συνέβαινε το αντίθετο.

Στην Ελλάδα, χώρα υποδοχής και κύρια πύλη εισόδου προς την Ευρώπη, δεν εφαρμόστηκε ποτέ συντεταγμένη μεταναστευτική πολιτική με αρχή, μέση και τέλος. Οι όποιες προσπάθειες έγιναν, εξαντλήθηκαν κυρίως σε μαζικές νομιμοποιήσεις.

Για την ένταξη των μεταναστών και τον έλεγχο της παράνομης μετανάστευσης, λίγα πράγματα έγιναν. Τα προβλήματα συσσωρεύονταν, όμως η κυρίαρχη τάση όλα αυτά τα χρόνια ήταν να μη μιλάμε για τη μετανάστευση. Σαν να μην υπάρχει. Να κρύβουμε το πρόβλημα κάτω από το χαλί.

Σήμερα, όμως, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Το ποτήρι ξεχείλισε. Η πρόσφατη κατάληψη της Νομικής, η συζήτηση για την ανέγερση τζαμιού στο κέντρο της Αθήνας και η ανακοίνωση της κατασκευής του φράχτη στον Έβρο, όχι μόνο έφεραν το ζήτημα της μετανάστευσης στο προσκήνιο, αλλά έθεσαν και ορισμένα κρίσιμα ερωτήματα.

*Πού βρίσκεται το όριο ανάμεσα στην ανεκτικότητα και τη ρεαλιστική προσέγγιση της μετανάστευσης;

*Πού βρίσκεται η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην πρόθεση μιας κοινωνίας να υποδεχθεί μετανάστες και στην αντοχή της να τους εντάξει ομαλά στους κόλπους της; Γιατί όσο ανεκτικοί και αν θέλουμε να είμαστε, αυτή είναι η ουσία της υποδοχής μεταναστών. Το όριο που υπάρχει.

Δεν έχει νόημα να επικροτούμε και να ενθαρρύνουμε την είσοδό τους, αν δεν μπορούμε να εξασφαλίσουμε ότι θα ζουν, θα εργάζονται και θα μετέχουν ομαλά στις κοινωνικές και εκπαιδευτικές διαδικασίες. Και αυτό, πλέον, είναι προφανές.

Φτάσαμε στο σημείο μηδέν. Εξαντλήθηκαν όλα τα όρια. Παρόλα αυτά κάποιοι βρίσκονται ακόμα σε σύγχυση. Η σύγχυση αυτή γίνεται τώρα, ακόμα πιο αισθητή, με την κυβέρνηση να λέει πολλά αλλά μέχρι στιγμής να μην κάνει κάτι συγκεκριμένο. Όπως γίνεται αισθητό, ότι πολλές φορές ρέπουμε προς τα άκρα.

Από τη μια, υπάρχουν εκείνοι που επικαλούνται δήθεν προοδευτικά αντανακλαστικά και υπερασπίζονται την ελεύθερη είσοδο και την άμεση νομιμοποίηση όλων των μεταναστών που βρίσκονται σήμερα στη χώρα.

Από την άλλη, υπάρχουν κάποιοι, που εκμεταλλευόμενοι την εγκληματικότητα και την παραβατικότητα που έφερε η παράνομη μετανάστευση ζητούν εκκαθαρίσεις επί δικαίων και αδίκων.

Ούτε το ένα άκρο, ούτε το άλλο ανταποκρίνονται στη ρεαλιστική προσέγγιση του ζητήματος. Το πρόβλημα σήμερα είναι οι ανεξέλεγκτες ροές παράνομων μεταναστών από τα σύνορά μας. Το πρόβλημα είναι όλοι όσοι δεν έχουν λόγο να βρίσκονται στη χώρα μας. Δεν καλύπτουν κενά στην αγορά εργασίας. Δεν δικαιούνται άσυλο. Δεν έχουν έρθει καν για να εγκατασταθούν εδώ.

Έρχονται για να μεταβούν σε άλλες χώρες της ΕΕ, μόνο που αυτό, χωρίς χαρτιά είναι αδύνατο. Έτσι, μένουν στην Ελλάδα, με όλα τα αρνητικά που αυτό συνεπάγεται: Γκετοποίηση, «κατάληψη» και εξαθλίωση του ιστορικού κέντρου της Αθήνας, εγκληματικότητα, παράνομη εργασία και εκμετάλλευση, κοινωνική αναταραχή.

Το αναπόφευκτα εξαγόμενο συμπέρασμα είναι ένα. Η ελληνική κοινωνία δεν αντέχει άλλο. Το μεταναστευτικό ζήτημα πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα, και αυτό δε συνιστά ακραία ή συντηρητική άποψη. Συνιστά τη μόνη ρεαλιστική ανάγνωση του φαινομένου. Διότι αν αφήσουμε το πρόβλημα να μαίνεται ανεξέλεγκτο, τότε το μόνο που θα πετύχουμε είναι να διογκώσουμε τα ήδη τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία.

Το μεταναστευτικό αποτελεί αυτή τη στιγμή μια ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να σκάσει. Όσο πιο γρήγορα το αντιληφθούμε, όσο πιο γρήγορα την απασφαλίσουμε, τόσο το καλύτερο για όλους.

Η Όλγα Κεφαλογιάννη είναι βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας.

πηγή: Aixmi.gr