Ξημερώματα 16ης Ιουνίου του 1987…

Από το Αστυνομικό τμήμα Κουκακίου συνοδευόμενος από αστυφύλακα του τμήματος οδηγούμε για τα πρώτα «σχετικά» στην φρεσκομεταφερμένη από την Μεσογείων στην Αλεξάνδρας, Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής...

Περασμένες 12 της προηγουμένης νύχτας βάδιζα επί της Βασιλίσσης Αμαλίας μαζί με τον φίλο και συναγωνιστή Βασίλη Ο. Και την 14χρονη αδερφή μου… Το σκαλοπάτι μου και τις «τσίλιες» μας…

Ο χώρος είχε κατοπτευθεί από τις προηγούμενες ημέρες. Με έναν δεν γινόταν η δουλειά. Η μέρα –ή μάλλον η νύχτα- κατάλληλη, αφού μόλις είχαν τελειώσει τα πανηγύρια στους δρόμους της Αθήνας από την επικράτηση της Εθνικής μας έναντι των Σοβιετικών στο Eυρωπαϊκό πρωτάθλημα. Ήταν όλοι «όφ»…

Οφείλω να ομολογήσω ότι ο Βασίλης και η Σοφία, δεν γνώριζαν μέχρι την τελευταία στιγμή τι έχω στο μυαλό μου. Μόλις φτάσαμε έξω από του φυλασσόμενο τουρκικό προξενείο και προσπεράσαμε την είσοδο –όπου μέσα βρισκόταν ο Έλληνας αστυνομικός φρουρός- κοντοστάθηκα και έδειξα με τα μάτια την τουρκικά σημαία που κυμάτιζε στο πλάι του κτιρίου, σε σημείο χωρίς οπτική επαφή για τον φρουρό.

- Πως θα φτάσεις εκεί πάνω; Με ρώτησε γρήγορα ο συναγωνιστής και η απάντηση μου ήταν με νόημα το «σκαλοπατάκι» που θα μου έκανε για να φτάσω στην πρώτη εξοχή του τοίχου, ένα πρεβάζι που δεν μπορούσα να φτάσω χωρίς βοήθεια. Μετά ο δρόμος ανοιχτός…

Ο κόσμος είχε αδειάσει το κέντρο, ήταν ήδη αργά, βρισκόμουν ακριβώς εκεί που είχα σχεδιάσει κι η βρώμα δεν ξεκολλούσε από τον ιστό της με τίποτα… Και τότε συνέβη αυτό που δεν είχα υπολογίσει…

Τριάντα μέτρα παρακάτω από τα γραφεία της εφημερίδας «Ακρόπολις» που βρίσκονταν τότε ακριβώς δίπλα από την «Ευαγγελική Εκκλησία» που ακόμη βρίσκεται εκεί, ο αστυνομικός φρουρός, είχε βγεί από το εσωτερικό του κτιρίου όπου με ένα γραφειάκι είχε δημιουργηθεί ένα υποτυπώδες φυλάκιο και με τις φωνές του ενεργοποίησε και τον αστυνομικό φρουρό του τουρκικού προξενείου. Σε ελάχιστα δευτερόλεπτα επειδή στην περιοχή υπήρχαν και άλλοι φυλασσόμενοι στόχοι, 3 – 4 αστυφύλακες βρίσκονταν ακριβώς από κάτω μου, κι εγώ στα 3 – 4 μέτρα, να έχω ξεκολλήσει την μισή τούρκικη σημαία…

Μου ζήτησαν να αφήσω την σημαία στην θέση της και θα με αφήσουν να φύγω… Αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν τους πίστεψα… και παρά τις φωνές τους, ολοκλήρωσα την «αποστολή» μου, έβγαλα την ταυτότητα από την κολότσεπη την έβαλα στο στόμα και κατέβηκα γρήγορα γρήγορα στο πεζοδρόμιο, όπου και παρέδωσα την ταυτότητα μου και την τουρκική σημαία στα δύο ή στα τρία... πλήρως ακατάλληλη για χρήση, στον αστυφύλακα φρουρό του Προξενείου.

Μετά από λίγα λεπτά, οδηγηθήκαμε και οι τρείς στο Αστυνομικό τμήμα Κουκακίου. Ανέλαβα ολοκληροτικά την ευθύνη απαλλάσοντας τους δύο συνοδούς μου και Λίγο αργότερα έφτασε κι ο εκπρόσωπος της τουρκικής Πρεσβείας για να καταθέσει μήνυση, ενώ την επομένη το πρωί έκαναν και διάβημα προς την Ελληνική κυβέρνηση. Δεν ξέρω αν ευχαριστήθηκα περισσότερο το ίδιο το σκηνικό ή την αντίδραση του συγχωρεμένου του πατέρα μου, που σε άπταιστα τούρκικα, πέρασε γενεές δεκατέσσερεις τον τούρκο εκπροσωπο της πρεσβεία τους, μέσα στο γραφείο του Διοικητή του Αστυνομικού Τμήματος αφήνοντας τον ΜΑΛΑΚΑ…

Αυτό που ευχαριστήθηκα σίγουρα, ήταν οι αντιδράσεις των αστυνομικών αλλά και των ασφαλιτών της ΓΑΔΑ όταν λάμβαναν γνώση του λόγου της σύλληψης μου…

Για την ιστορία… Στην αυτόφωρη διαδικασία, έφαγα 4 μήνες για την απρόκλητη φθορά ξένης (κρατικής) περιουσίας δηλαδή την τουρκική έγκληση… Για την προσβολή ξένου συμβόλου ούτε εγώ κατάλαβα πως κατόρθωσε να με απαλλάξει ο δικηγόρος μου (και ιδεολογικός καθογητής μου...)

Σάββας...